Τέσσερις μέρες παρέμεινες στον κάτω κόσμο.
Κι Αυτός ταξίδεψε στη Βηθανία και δακρυσμένος σου φώναξε: " Λάζαρε δεύρο έξω ".
Και βγήκες σαβανωμένος.
Από το σκοτάδι στο φως.
Όμως το γέλιο σου παντοτινά το έχασες_ χθόνιο λάφυρο .
Ώσπου συνάντησες κάποιον να κλέβει ένα αγγείο από πηλό.
Κοντοστάθηκες και για μοναδική φορά μειδίασες.
"Το χώμα κλέβει το χώμα" είπες...
Και συνέχισες το δρόμο σου.